Πολλά είναι τα ζευγάρια τα οποία μετά από πολυετείς προσπάθειες μέσω της διαδικασίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης τελικά δεν καταφέρνουν να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί.
Ωστόσο παρόλη την ψυχολογική κούραση και την απογοήτευση που βιώνουν μετά από όλη αυτή τη διαδικασία, η λαχτάρα τους για ένα παιδί παραμένει τόσο μεγάλη και αποτελεί ισχυρό κίνητρο για να προχωρήσουν στην απόκτηση ενός παιδιού, του δικού τους παιδιού μέσω της υιοθεσίας.
Η υιοθεσία επομένως αποτελεί λύση για τα ζευγάρια που πραγματοποιούν με αυτό τον τρόπο την επιθυμία τους να γίνουν γονείς, ταυτόχρονα όμως και για το παιδί, που αποφεύγει όλες εκείνες τις συνέπειες ενός προβληματικού περιβάλλοντος μέσα στο ίδρυμα. Άλλωστε κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να έχει τη δική του οικογένεια και η υιοθεσία είναι το μέσο για να του εξασφαλίσουμε την οικογένεια που για διάφορους λόγους στερείται.
Η υιοθεσία είναι μια μορφή παιδικής προστασίας που προκαλεί δυνατά συναισθήματα και αφορά πολλούς ανθρώπους. Η υιοθεσία αποτελείται από ένα σύστημα διαπροσωπικών, οικογενειακών, κοινωνικών σχέσεων μεταξύ των εμπλεκομένων μερών (παιδιά, θετοί γονείς, και βιολογικό γονείς) και αυτός είναι και ο λόγος που υποστηρίζεται από ομάδα ειδικών επιστημόνων. Πάνω από όλα όμως η υιοθεσία είναι μια πράξη αγάπης του αναδόχου όχι ίση, αλλά πολύ υψηλότερη από εκείνη του βιολογικού γονέα.
Τι κινδύνους ενέχει η υιοθεσία
Κάποιες φορές το να υιοθετήσει ένα ζευγάρι ένα παιδί ενέχει ορισμένους κινδύνους. Συνήθως υπάρχει άγνοια της κληρονομικότητας που προέρχεται από τους βιολογικούς γονείς. Tο υιοθετημένο παιδί είναι δυστυχώς ένα παιδί που οι φυσικοί του γονείς δεν ήταν διαθέσιμοι γι’ αυτό. Άλλοτε για λόγους οικονομικούς, άλλοτε για λόγους κοινωνικούς ή άγνοιας και κυρίως για λόγους μεγάλων προβλημάτων που οι ίδιοι οι γονείς δεν είχαν επιλύσει στη ζωή τους μέχρι την εγκυμοσύνη, είναι ένα παιδί άλλοτε εγκαταλελειμμένο, άλλοτε έκθετο, κάποιες φορές αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής και τις περισσότερες φορές μια ψυχή τραυματισμένη.
Το υιοθετημένο παιδί αφομοιώνει τη μνήμη της ψυχολογικής απόρριψης της φυσικής του μητέρας κατά την κύηση και την απώλεια της μητέρας του όταν γεννιέται ή δίνεται αργότερα για υιοθεσία.
Η αβεβαιότητα που νοιώθουν ορισμένα υιοθετημένα παιδιά για τη βιολογική τους οικογένεια, σχετικά με το ποιοί είναι και γιατί δόθηκαν για υιοθεσία, αυξάνουν την αίσθηση ανασφάλειας και δυσκολεύουν τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους.
Συναισθήματα κατάθλιψης, απελπισίας, ενοχής, θυμού συνυπάρχουν και εκφράζονται στους βιολογικούς γονείς. Το υιοθετημένο παιδί επομένως τις περισσότερες φορές (χωρίς αυτό να είναι ο κανόνας) είναι “εύθραυστο” και υπάρχει περίπτωση να αντιμετωπίσει ψυχολογικά προβλήματα – κάτι που φυσικά μπορεί να συμβεί και στα παιδιά που μεγαλώνουν με τους βιολογικούς τους γονείς-. Η πληγή που ένα υιοθετημένο παιδί ενδέχεται να έχει μπορεί να επουλωθεί αλλά η επούλωσή της προϋποθέτει αγάπη και φροντίδα εκ μέρους των θετών γονέων.
Οι θετοί γονείς γνωρίζοντας τη σημασία του ρόλου τους και στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν σε αυτόν όσο καλύτερα γίνεται, είναι ευάλωτοι στο άγχος και στην αβεβαιότητα και ανησυχούν υπερβολικά ακόμη και για φυσιολογικές αντιδράσεις του παιδιού στην εξέλιξη της ζωής του.
Η συμπεριφορά των θετών γονέων στο παιδί τους υποκινείται από τα δικά τους συναισθήματα καθώς και οι ίδιοι αντιμετώπισαν την αποστέρηση και την απώλεια από το γεγονός ότι δεν κατάφεραν να αποκτήσουν δικά τους παιδιά. Αυτό τους αυξάνει το φόβο μήπως δε συμπεριφερθούν καλά και χάσουν το θετό παιδί τους. Οι αντιδράσεις τους μπορεί κάποιες φορές να είναι ακραίες, από την υπερπροστασία του παιδιού μέχρι την απόρριψή του και οι προσδοκίες τους πολύ υψηλές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά από τα παιδιά που υιοθετούνται έχουν ευτυχισμένα και δημιουργικά παιδικά χρόνια μεγαλώνοντας σε υγιή περιβάλλοντα με τους θετούς γονείς τους, ορισμένα όμως παρουσιάζουν διαταραχές, οι οποίες κάτω από κατάλληλες συνθήκες, μπορούν να εξαφανιστούν όταν φτάσουν στην ενηλικίωση.
Η διαμόρφωση της ταυτότητας είναι μια φυσική διεργασία που ακολουθεί ένα παιδί. Παράμετροι όπως η εθνικότητα, το οικογενειακό ιστορικό, η σύνθεση της οικογένειας, είναι λίγοι μόνο από τους παράγοντες που οδηγούν στη διαμόρφωση της ταυτότητας ενός παιδιού.Πότε πρέπει να ενημερώνεται το παιδί και πως;
Η υιοθεσία δεν είναι ένα γεγονός το οποίο πρέπει να κρατιέται μυστικό, κάνοντάς μας να νιώθουμε ντροπή, λύπη ή φόβο. Είναι ένα γεγονός πολυσήμαντο τόσο για το παιδί όσο και το γονιό. Η υιοθεσία μας συγκινεί, μας αλλάζει και μας κάνει να αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη. Τα παιδιά έχουν κάθε δικαίωμα να γνωρίζουν την αλήθεια για αυτό και οι θετοί γονείς ΠΡΕΠΕΙ να ενημερώνουν από νωρίς τα παιδιά ότι είναι υιοθετημένα, έτσι ώστε αυτό να τους γίνει βίωμα.
Η κατάλληλη ηλικία για να ενημερωθεί το παιδί από τους θετούς γονείς είναι ανάμεσα στα δύο με πέντε χρόνια. Το παιδί άλλωστε μόνο μετά την ηλικία των έξι αρχίζει να συνειδητοποιεί την ιδιαιτερότητα της θέσης του.
Συχνά παρατηρείται το φαινόμενο θετοί γονείς να αποκρύπτουν την αλήθεια από το παιδί τους και αυτό το διαπράττουν λόγω της δικής τους ανασφάλειας να μην το χάσουν όταν μάθει ότι δεν είναι οι βιολογικοί του γονείς. Σκεφτείτε όμως, εσείς θα σταματούσατε να αγαπάτε τους γονείς σας αν μαθαίνατε πως δεν είναι οι βιολογικοί σας γονείς;
Η ενημέρωση του παιδιού καλό είναι να γίνεται με απλά λόγια που βρίσκουν οι ίδιοι οι γονείς για να μιλούν στα παιδιά τους, και όχι με έτοιμες και τυποποιημένες φράσεις οι οποίες θα οδηγούσαν στην κατάργηση κάθε αυθορμητισμού των γονιών.
Το έργο των θετών γονέων είναι πιο σημαντικό από αυτό των βιολογικών γονέων με την έννοια ότι οι θετοί γονείς είναι –τις περισσότερες φορές- άνθρωποι με τεράστια επιθυμία να αποκτήσουν ένα παιδί και προβαίνουν σε αυτήν την πράξη όντας απόλυτα συνειδητοποιημένοι για αυτό που πάνε να κάνουν. Θέλουν να μεγαλώσουν ένα παιδί και είναι ξεκάθαρα επιλογή τους να υιοθετήσουν!
Οι βιολογικοί γονείς από την άλλη, κάποιες φορές δεν είναι τόσο συνειδητοποιημένοι για το ότι θα φέρουν στον κόσμο ένα παιδί και απλώς το αφήνουν να συμβεί είτε γιατί έτυχε, είτε γιατί έτσι έπρεπε είτε γιατί πιέστηκαν από κάτι/κάποιους. Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι συχνά παρατηρούνται φαινόμενα εγκατάλειψης βρεφών τα οποία μάλιστα βρίσκουν τραγικό τέλος.
Dr. Μαρίζα Χατζησταματίου, Ψυχολόγος