Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και ανεπιθύμητες κυήσεις είναι αρκετές φορές οι συνέπειες των καλοκαιρινών διακοπών στις γυναίκες, οι οποίες τις ταλαιπωρούν μήνες μετά. Να χρησιμοποιείτε λοιπόν πάντα προφυλακτικό από την αρχή της σεξουαλικής επαφής και να συμβουλευθείτε τον γιατρό σας πριν από τις διακοπές για λήψη αντισυλληπτικών χαπιών ή τοποθέτηση ενδομήτριου σπειράματος.
Περισσότερο κινδυνεύουν βέβαια οι γυναίκες που έχουν ευκαιριακές σχέσεις στις διακοπές, ανύπαντρες ή παντρεμένες. Τα περισσότερα από τα νοσήματα αυτά γίνονται αντιληπτά εβδομάδες ή μήνες μετά τη μόλυνση.
Ο ιός ΗΡV, εκτός του ότι προκαλεί κονδυλώματα, σχετίζεται και με τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Η γονόρροια ή βλεννόρροια δεν έχει εξαφανισθεί, όπως νομίζουν οι γυναίκες. Μπορεί να μολύνει τον τράχηλο και να προκαλέσει τραχηλίτιδα ή την ουρήθρα και να δημιουργήσει ουρηθρίτιδα. Μάλιστα μερικές φορές μπορεί να μη δίνει συμπτώματα και να μη γίνεται αντιληπτή από τη γυναίκα.
Μια συνέπειά της μπορεί να είναι η δημιουργία σαλπιγγίτιδας και συμφύσεων στις σάλπιγγες, με επιπτώσεις στη γονιμότητα της γυναίκας. Και η σύφιλη μπορεί να μην είναι πια συχνή, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει. Όσο για τον έρπητα των γεννητικών οργάνων, αυτός μπορεί να μη γίνει αντιληπτός και σε μια μελλοντική εγκυμοσύνη να προκαλέσει σοβαρές βλάβες στο έμβρυο, εάν ο τοκετός δεν γίνει με καισαρική τομή».
Προφύλαξη
Για όλους αυτούς τους σοβαρούς λόγους, η ανεμελιά των διακοπών μπορεί να αποβεί πολύ επικίνδυνη. Για την πρόληψη των νοσημάτων αυτών, οι γυναίκες δεν θα πρέπει να ξεχνούν και στις διακοπές ότι είναι απολύτως αναγκαία η χρήση προφυλακτικού από την πρώτη στιγμή της σεξουαλικής επαφής.
Οι ανεπιθύμητες κυήσεις αυξάνονται κατά τους θερινούς μήνες. Γι΄ αυτό, οι γυναίκες δεν θα πρέπει να βασίζονται μόνο στο προφυλακτικό (που έχει ένα ποσοστό 10-15% αποτυχίας στην αντισύλληψη), αλλά θα πρέπει να χρησιμοποιούν αντισυλληπτικό χάπι (που έχει ποσοστό αποτυχίας μόνο 0,3% στον ένα χρόνο χρήσης), εφόσον βέβαια δεν υπάρχει αντένδειξη και πάντα με συμβουλή του γιατρού τους πριν φύγουν για διακοπές. Εάν υπάρχουν ήδη παιδιά, μπορεί να τοποθετηθεί ενδομήτριο σπείραμα πριν από τις διακοπές.
Οι κολπίτιδες είναι ένας άλλος συχνός κίνδυνος για τη γυναίκα το καλοκαίρι. Προκαλούνται κυρίως από μύκητες, από τις βρεγμένες πετσέτες, τη βρεγμένη άμμο, τη θάλασσα ή την πισίνα. Κνησμός στα γεννητικά όργανα, ερυθρότητα και λευκές εκκρίσεις είναι τα χαρακτηριστικά συμπτώματα. Γι΄ αυτό ιδιαίτερα οι γυναίκες που παθαίνουν υποτροπιάζουσες κολπίτιδες (3-4 τον χρόνο) θα πρέπει να αλλάζουν το βρεγμένο μαγιό όταν βγαίνουν από τη θάλασσα και να κάθονται σε ένα κάθισμα που θα έχουν φέρει μαζί τους.
Τι να προσέχουν οι έγκυοι
Οι έγκυοι μπορούν να κάνουν φυσιολογικά τις διακοπές τους (εκτός εάν υπάρχει διαπιστωμένο πρόβλημα στην κύηση), αρκεί να βρίσκονται κοντά σε μαιευτική κλινική και να είναι προσεκτικές στο κολύμπι και τη διατροφή τους. Επίσης συνίσταται οι έγκυοι:
– Να επιλέγουν τόπο διακοπών κοντά σε νοσοκομείο (δημόσιο ή ιδιωτικό), που διαθέτει γυναικολογική-μαιευτική κλινική.
– Να κολυμπούν με σύνεση (όχι βουτιές και κολύμπι στα βαθιά).
– Να μην εκτίθενται πολλή ώρα στον ήλιο.
– Να ακολουθούν τις ιατρικές οδηγίες στη διατροφή τους (για να μην υπερβούν τα 10-12 κιλά καθ΄ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης).
Οι ουρολοιμώξεις «χτυπούν» το καλοκαίρι
Οι ουρολοιμώξεις αποτελούν τη συχνότερη λοίμωξη από μικρόβια – δηλαδή, βακτηριακή λοίμωξη – στις γυναίκες των ανεπτυγμένων χωρών.
Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, οι γυναίκες είναι πολύ ευπαθείς στις ουρολοιμώξεις, κυρίως κατά την περίοδο των διακοπών. Αιτίες αυτής της ευπάθειας είναι:
– Η χαλάρωση των κανόνων υγιεινής.
– Τα μπάνια σε ακάθαρτες θάλασσες.
– Η πολύωρη ηλιοθεραπεία (σε ξαπλώστρες ή την άμμο).
– Το έντονο μυϊκό έργο (λόγω των υψηλών θερμοκρασιών).
– Οι πολλαπλές σεξουαλικές επαφές.
Οι ουρολοιμώξεις είναι γενικά 14 φορές συχνότερες στις γυναίκες απ΄ όσο στους άνδρες. Ειδικά στις ηλικίες 20-50 χρόνων, οι λοιμώξεις αυτές είναι 50 φορές πιο συχνές στον γυναικείο πληθυσμό σε σχέση με τον ανδρικό (μετά την ηλικία των 50 χρόνων, η συχνότητα αυξάνεται και στους άνδρες, λόγω της προστατικής νόσου). Έχουν αναγνωριστεί από τους επιστήμονες αρκετοί προδιαθεσικοί παράγοντες (όπως το μικρό μήκος της γυναικείας ουρήθρας) που συνδέονται με τη βακτηριουρία στον γυναικείο πληθυσμό.
Στις ΗΠΑ, όπου υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία, οι ουρολοιμώξεις αποτελούν αιτία επτά εκατομμυρίων επισκέψεων σε ιατρεία τον χρόνο, από τις οποίες οι διακόσιες χιλιάδες γίνονται για περιπτώσεις κυστίτιδας. Για την ίδια αιτία, γίνονται ετησίως εκατό χιλιάδες εισαγωγές στα νοσοκομεία.
Οι τύποι της λοίμωξης
Τι ακριβώς, όμως, ονομάζουμε ουρολοίμωξη; Ως ουρολοίμωξη ορίζεται η εγκατάσταση και ο πολλαπλασιασμός μικροβίων μέσα στο ουροποιητικό σύστημα. Ανάλογα με το όργανο που προσβάλλει, η λοίμωξη μπορεί να χαρακτηριστεί ως:
1. Κυστίτιδα (εφόσον εντοπίζεται στην κύστη).
2. Ουρηθρίτιδα (εφόσον εμφανίζεται στην ουρήθρα).
3. Πυελονεφρίτιδα (όταν προκαλεί συμπτώματα από τον νεφρό).
Τα συμπτώματα
Η συμπτωματολογία της κυστίτιδας είναι χαρακτηριστική. Συνήθως η γυναίκα αισθάνεται αιφνιδίως ότι πρέπει να ουρεί συχνότερα (συχνουρία) και αυτό συνοδεύεται από τσούξιμο ή και πόνο κατά το τέλος της ούρησης. Σε κάθε ούρηση, το ποσό των αποβαλλόμενων ούρων είναι μικρό. Πολλές φορές τα συμπτώματα αυτά συνοδεύονται από υπερηβικό πόνο, με χαμηλή οσφυαλγία. Τα ούρα είναι σκούρα και πολλές φορές έχουν έντονη οσμή, ενώ σε υψηλό ποσοστό (πάνω από 30%) παρουσιάζεται αιματουρία». Επιπλέον, μπορεί να υπάρχει και πυρετός.
Συνήθως η κυστίτιδα- η οποία μπορεί να συνυπάρχει με ουρηθρίτιδα και κολπίτιδα- δεν συνοδεύεται από πυρετό. Αυτός εμφανίζεται στην οξεία πυελονεφρίτιδα. Στην περίπτωση αυτή που σημαίνει και προσβολή του νεφρού από τα μικρόβια- τα συμπτώματα είναι σοβαρά: υψηλός πυρετός, ρίγος, οξύς πόνος στη νεφρική χώρα, ναυτία, έμετος.
Συνήθως η οξεία πυελονεφρίτιδα στις γυναίκες ακολουθεί μια ασυμπτωματική κυστίτιδα ή μια παραμελημένη ουρολοίμωξη και χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Συχνά η νόσος αυτή αποτελεί αιτία εισαγωγής στο νοσοκομείο.
Συμβουλές πρόληψης
– Η κατανάλωση άφθονων υγρών (8-10 ποτήρια νερό την ημέρα) και σε σταθερή βάση (ιδιαίτερα όσες παρουσιάζουν πάνω από τρεις ουρολοιμώξεις τον χρόνο)
– Η κατανάλωση ενός ποτηριού χυμό κράνμπερι την ημέρα
– Ούρηση αμέσως μετά τη σεξουαλική επαφή
– Αποφυγή χρήσης διαφράγματος
– Εάν υπάρχουν επαναλαμβανόμενες ουρολοιμώξεις, να χρησιμοποιείται αντιμικροβιακή προφύλαξη (μία φορά την ημέρα για μήνες) και πάντα αμέσως μετά τη σεξουαλική επαφή
– Εάν βρίσκονται σε εμμηνόπαυση, να λαμβάνουν τις ίδιες προφυλάξεις μετά τη χρήση οιστρογονικής αλλαγής για τον κόλπο.
Τα υπεύθυνα μικρόβια
Πώς φθάνουν τα μικρόβια στο ουροποιητικό σύστημα; Προσβάλλουν το σύστημα αυτό κυρίως μέσω της ουρήθρας. Είναι κυρίως μικρόβια εντερικής προελεύσεως (Ε.coli) και άλλα εντεροβακτηριοειδή και αυτό αποτελεί μια ακόμα λογική εξήγηση γιατί η συχνότητα των ουρολοιμώξεων είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες, καθώς η ουρήθρα γειτνιάζει με τον κόλπο.
Τα μικρόβια γενικά που προκαλούν ουρολοιμώξεις στις γυναίκες είναι:
– Το κολοβακτηρίδιο (υπεύθυνο για το 75%-80% των περιπτώσεων).
– Η κλεψιέλα
– Ο πρωτέας.
– Η ψευδομονάδα.
Η ανεύρεση των τριών τελευταίων μικροβίων απαιτεί λεπτομερέστερο έλεγχο του ουροποιητικού συστήματος.
Διάγνωση και θεραπεία
Η διάγνωση μιας ουρολοίμωξης απαιτεί άμεση εξέταση και καλλιέργεια ούρων. Η διάγνωση είναι εύκολη εάν πρόκειται για την κύστη ή τους νεφρούς.
Η θεραπεία της κυστίτιδας ή της πυελονεφρίτιδας απαιτεί την άμεση χορήγηση αντιβιοτικών. Εντελώς διαφορετική είναι η αντιμετώπιση στις χειρουργικές ουρολοιμώξεις (κυστεοκήλη, ορθοκήλη, ινομυώματα), γιατί τότε υποκρύπτεται μια άλλη πάθηση που δημιουργεί τη λοίμωξη. Συνήθως, στην απλή οξεία κυστίτιδα των γυναικών χορηγείται αντιβίωση για τρεις ημέρες, με κινολόνη ή κεφαλοσπορίνη. Εφόσον, όμως, πρόκειται για υποτροπή, η αντιβίωση μπορεί να χορηγηθεί για 7-10 ημέρες. Παράλληλα, μπορεί να ληφθεί από τον κόλπο έκκριμα για μικροσκοπική εξέταση και καλλιέργεια κολπικού εκκρίματος.
Στην οξεία πυελονεφρίτιδα, η αγωγή συνήθως δίνεται για 14 ημέρες. Απαιτείται οπωσδήποτε και παρακολούθηση από ουρολόγο ή νοσηλεία.
Οι ουρολοιμώξεις συνήθως αντιμετωπίζονται εύκολα- ιδίως οι απλές. Το ίδιο εύκολα, όμως, υποτροπιάζουν είτε με το ίδιο μικρόβιο (λόγω π.χ. ατελούς αγωγής) είτε από διαφορετικό μικρόβιο οπότε ονομάζονται αναμολύνσεις.