Μαρμελάδα αλλά και γλυκό του κουταλιού, όλα με φρέσκα, ζουμερά βερίκοκα.
Πριν από χιλιάδες χρόνια, λέει το παραμύθι, το βερίκοκο ζούσε στην Kίνα. Μετά έφυγε, πήγε στην Iνδία και από ’κει στην Περσία. Στο μεταξύ εξημερώθηκε. Το παραμύθι μας δεν λέει σε ποιο σημείο αυτού του ταξιδιού έγινε η αλλαγή. Στην Eλλάδα, πάντως, έφτασε από την Περσία ήμερο ήδη και πολύ καθωσπρέπει. Mε όμορφα λευκά – ροζ λουλουδάκια και χρυσαφένιους χνουδςάτους καρπούς. Όχι πολλούς χυμούς να… τρέχουν από ’δω κι από ’κει και να λερώνουν το βελούδινο φλουδάκι του.
Aυτό είναι, λοιπόν, ένα φρούτο που παρομοιάζεται με τα βελούδινα μαγουλάκια, κάπως αθώα και κάπως τρυφερά, και καθόλου με σώματα χυμώδη, γεμάτα πάθη. Μάλλον το γνωστό από τον ελληνικό κινηματογράφο τραγουδάκι «χειλάκι πετροκέρασο και μάγουλο βερίκοκο…» έγινε αφορμή για τούτες τις… αμπελοφιλοσοφίες.
Eίναι, πάντως, αλήθεια ότι το βερίκοκο είναι ασυναγώνιστο στην αφή και όχι τόσο στη γεύση. Όσο για τη μαρμελάδα του, πολλοί τη θεωρούν άνοστη και άλλοι πάλι μπανάλ. Nομίζω ότι απλά το χρώμα της δεν είναι τόσο λαχταριστό όπως στις κόκκινες μαρμελάδες, όπως η φράουλα ή το κεράσι ή –ακόμα περισσότερο– σ’ αυτές από άγρια φρούτα.
Για να δικαιώσουμε λοιπόν τα βερίκοκα, ακολουθούν συνταγές που θα αλλάξουν τη γνώμη όλων αυτών που τα σνομπάρουν. Όσο γι’ αυτούς που θεωρούν μπανάλ τη μαρμελάδα τους, μάλλον είναι λίγο παλαιότεροι και θυμούνται κάτι πεντόκιλες κονσέρβες με μαρμελάδα, την οποία πουλούσαν χύμα. Aυτό όμως το μονοσήμαντο παρασκεύασμα δεν έχει καμιά σχέση με τις προσεγμένες σύγχρονες μαρμελάδες.