Μανούλα, η μοναδική, η Ελληνίδα

406
«Μητέρα»
Λέξη ιερή, πάνω και πέρα από ότι πιστεύει ο καθένας ως ιερό. Η αγκαλιά της βάλσαμο, ο λόγος της χάδι.
Υπάρχει, όμως, μια κατηγορία «μαμάς» που η αλήθεια είναι, πως δύσκολα μπορεί κανείς να την αντιληφθεί, να την γελάσει ή να της κρατήσει κακία και δεν είναι άλλη από την «Ελληνίδα μάνα».
Φυσικά και σεβόμαστε όλες τις μητέρες τις υφηλίου, όμως όλοι ξέρουμε πως την Ελληνίδα μαμά κανένας δεν μπορεί να τη συναγωνιστεί, πόσο μάλλον να τη κερδίσει. Έχει ήδη ανέβει στο θρόνο της αφού τον έχει ξεσκονίσει πρώτα (γιατί ποιος ξέρει από πότε έχει να καθαριστεί;) και περιμένει με το φτερό στο χέρι να λύσει και να δέσει.

Ελληνίδα μάνα

Είναι εκείνη η μητέρα που ενώ είναι στη κουζίνα κι εσύ στο δωμάτιό σου στον επάνω όροφο και ψάχνεις απεγνωσμένα την ταυτότητά σου, την οποία δε θυμάσαι που την έχεις βάλει, σου φωνάζει με όλο της το πνευμόνι: «Στο συρτάρι στο γραφείο σου είναι».
Κι ενώ έχεις ψάξει δύο φορές, έχεις βγάλει το συρτάρι και το έχεις γυρίσει ανάποδα, ανοίγεις την τρίτη φορά και μαντέψτε. Είναι μέσα. Κι αυτό είναι ένα μόνο δείγμα των μαγικών ικανοτήτων της μαμάς, για την ακρίβεια της ελληνίδας μαμάς.

Ελληνίδα Μάνα
Ποιος έχει κάνει το λάθος να βγει έξω χωρίς αυτή τη περιβόητη ζακέτα; Ποιος τόλμησε να της πει «Άσε με ρε μάνα, δεν κάνει κρύο;». Μεταξύ μας κανείς. Γιατί, αγαπητέ μου, είσαι υποχρεωμένος από το νόμο του δικού της Συντάγματος να φοράς ζακέτα παντός καιρού. Ακόμη κι όταν είναι Αύγουστος μήνας και προσπαθείς να κάνεις όσες λιγότερες κινήσεις μπορείς για να μην ιδρώνεις και η θεά η μάνα έρχεται και σου ρίχνει μια ζακετούλα στην πλάτη.

Και πάλι όμως δεν μπορείς να της κρατήσεις κακία.
Βασικά δεν πρέπει να της κρατήσεις κακία γιατί όλοι ξέρουμε τι ακολουθεί.
Είναι από τις γυναίκες της ζωής μας που όντως η γκρίνια είναι η ίδια της η γοητεία, γι’ αυτό και την αγαπάμε άλλωστε.
Γκρινιάζει για το παραμικρό.

Από τις παρατημένες βρώμικες κάλτσες σου κάτω από το κρεβάτι, μέχρι για τη κυρά Αναστασία στο απέναντι μπαλκόνι που τινάζει τα χαλιά και έρχονται όλα τα χνούδια στο σπίτι. Το αστείο είναι πως από τη μία άκρη στην άλλη θα υπάρξει σύνδεση. Θα καταφέρει να σου κάνει καβγά ξεκινώντας με το πόσο αχαΐρευτη είσαι. Πως δε θα σε πάρει κανένας άντρας που δεν ξέρεις να κάνεις ούτε αβγό βραστό. Να θυμηθεί τα αυγά που της έφερε η κυρά Αναστασία από το χωριό που ήταν χαλασμένα. Τερματισμένο το επίπεδο.

«Η καθαριότητα, είναι μίση αρχοντιά», λέει ο λαός μας.

Η μαμά μας όμως πρέπει να την έχει όλη. Γιατί όταν καθαρίζει, πρέπει στο τέλος το σπίτι να θυμίζει κλινική.
Αν δε με καταλαβαίνετε τσεκάρετε τις πωλήσεις απορρυπαντικών στην Ελλάδα. Μεταξύ μας βέβαια τιμή μας και καμάρι μας. Τουλάχιστον στα δικά μας σπίτια μπαίνεις και μυρίζεις θαλπωρή, ζεστασιά και αρώματα, για πηγαίνετε στο εξωτερικό να δείτε.
Η καθαριότητα της λοιπόν περιλαμβάνει καθαρισμό τζαμιών με εφημερίδα παρακαλώ γιατί δε τα γδέρνει και δεν αφήνει χνούδια. Τρίψιμο και γυάλισμα του παρκέ, καθάρισμα με μπατονέτες όλους τους καθρέφτες περιφερειακά. Δεν πρέπει να καθίσεις δευτερόλεπτο γιατί αρχίζει η γκρίνια που αναφέραμε παραπάνω , ξεκινώντας βεβαίως με τη γνωστή σε όλους ατάκα: «Να δω ποιος θα σε πάρει….» μπλα μπλα μπλα.

Και με αφορμή τη προηγούμενη ατάκα ας πάμε σε εκείνη τη μοιραία στιγμή που φτάνει ο κανακάρης της να της φέρει τη νύφη, τη γυναίκα της ζωής του. Το εξονυχιστικό της βλέμμα σε ανατριχιάζει. Το χαμόγελό της σε μπερδεύει διότι δεν ξέρεις αν χαμογελάει επειδή όντως σε συμπάθησε ή απλώς επειδή σχεδιάζει την απομάκρυνσή σου από το παιδί της.

Μαμά να είσαι εκεί κάθε στιγμή…
Κι όταν πια θέλει δε θέλει εσύ την παντρεύεσαι και καβγαδίζεις για πρώτη φορά με το έταιρόν σου ήμισυ, η Ελληνίδα μάνα είναι πάλι εκεί να σου φέρνει χαρτομάντιλα. Να μιλάει στο τηλέφωνο με την Κατίνα που λέει το φλιτζάνι και παράλληλα να σου φωνάζει: «Η μανούλα τα έλεγε, αλλά δεν την άκουγε κανείς».
Πριν φτάσουμε όμως στο τέλος αυτού του άρθρου πρέπει να αναφέρουμε και κάτι τελευταίο. Στο οποίο βέβαια επίσης έχουν τη πρωτιά αυτά τα θεσπέσια πλάσματα και δεν είναι τίποτα άλλο, από το φαγητό.
Είμαι σίγουρη πως χαμογελάσατε. Και χαμογελάσατε γιατί όλοι έχουμε όμορφες αναμνήσεις από τα φαγητά της. Είναι η μοναδική που με το που θα σε δει θα σου πει πως πάχυνες, αλλά όταν καθίσετε στο τραπέζι θα σου βάλει φαγητό υπολογίζοντάς το με τη τρίαινα του Ποσειδώνα.

Θα σου μαγειρεύει αιωνίως και ποτέ δε θα δεχτεί πως η νύφη της μαγειρεύει καλύτερα από εκείνη ( απαραίτητη προϋπόθεση η νύφη να ξέρει να ανοίγει φύλλο). Η λύση της σε όλα σου τα προβλήματα θα έρχεται με ένα κολατσιό και με έναν ελληνικό καφέ. Είναι μερακλού σε ό,τι και να μαγειρέψει. Δε θα καθίσει να φάει, αν όλα τα πρόσωπα που βρίσκονται στο τραπέζι δεν είναι μπουκωμένα και σκασμένα από το φαγητό της. Φυσικά έχει την απαίτηση να φας και από το γαλακτομπούρεκό της, που σήμερα δεν της έγινε και πολύ σφιχτή η κρέμα του (θέλει να τσιμπήσει φιλοφρόνηση).

Παρ’ όλα αυτά, ό,τι και να μας κάνουν, όσο και να μας παιδεύουν ή να μας εκνευρίζουν εμείς τις αγαπάμε, γιατί σε σύγκριση με όλες τις άλλες. Είναι οι μοναδικές που θα σε βλέπουν με πάνες ακόμη κι αν έχεις φτάσει 40 χρονών και μένεις ακόμη μαζί της.
Θα είναι πάντα εκεί να σε φροντίσει όταν θα πέσεις, όταν θα κουραστείς. Θα συνεχίσει να σε αγαπάει ακόμη κι αν εξελιχθείς στο χειρότερο άνθρωπο και θα σε βάζει πάνω από όλους κι από όλα. Γι’ αυτό δε θα πάψουμε ποτέ να τις θέλουμε και να τις αγαπάμε, ούτε αυτές ούτε και τα φαγητά τους.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ